“ένας είναι ο εχθρός…” έθνος, αντιμπεριαλισμός και ανταγωνιστικό κίνημα & άλλα κείμενα της κατάληψης Υφανέτ

“Ο αγώνας για την αταξική κοινωνία […] δεν κατευθύνεται µόνο ενάντια στον εξωτερικό εχθρό,την µπουρζουαζία, αλλά είναι κυρίως ένας αγώνας του προλεταριάτου µε τον ίδιο του τον εαυτό: µε τα καταστρεπτικά και φθαρτικά αποτελέσµατα του καπιταλιστικού συστήµατος πάνω στην ταξική του συνείδηση. […] Το προλεταριάτο δεν πρέπει να κάνει πίσω µπρος σε καµιά αυτοκριτική: αυτή πρέπει να είναι στοιχείο της ζωής του, αφού µόνο η αλήθεια µπορεί να είναι φορέας της νίκης του”.

Κανένα έθνος δεν ορίζεται αντικειµενικά. Τα έθνη παρόλα αυτά είναι πραγµατικά. Πραγµατικά µε την έννοια ότι αποτελούν φαντασιακές κοινότητες και “κάτω από ορισµένες συνθήκες, µόνο οι φαντασιακές κοινότητες είναι πραγµατικές”. Έτσι, µη µπορώντας να αντιµετωπίσουµε το έθνος ως “ψευδή συνείδηση”, υπό την έννοια ότι υπάρχει µέσα στην ιστορία και την επηρεάζει, επιλέγουµε από µία αντιεξουσιαστική σκοπιά να εναντιωθούµε σε αυτό. Επιδίωξη της έκδοσης δεν είναι να αποδείξει ότι το έθνος είναι “κακό”. Όχι επειδή έχουµε αµφιβολίες περί αυτού, αλλά επειδή τα κείµενα προϋποθέτουν µία από τα πριν αντεθνική ανάλυση και στάση. Το υπόβαθρο πάνω στο οποίο πατάει η κριτική µας είναι το κλασσικό αίτηµα της επαναστατικής-διεθνιστικής παράδοσης “ο κάθε εκµεταλλευόµενος πρέπει να επιτεθεί πρώτα στο “δικό του” κράτος”. Βέβαια, η συζήτηση περί διεθνισµού δεν τελειώνει σε µία πρόταση. Επίσης, την απάντηση στο ερώτηµα “τι σηµαίνει διεθνισµός σήµερα και πώς µπορεί να εκφραστεί πρακτικά µέσα στους αγώνες” οµολογούµε ότι δεν την έχουµε, στην ολότητα της τουλάχιστον. Αυτό όµως που µε σιγουριά µπορούµε να πούµε είναι ότι η απάντηση αυτή δεν µπορεί να δοθεί µέσα από τα σχήµατα και τις πρακτικές της κρατικιστικής, αντιµπεριαλιστικής Αριστεράς. Απαραίτητος (αν και όχι αποκλειστικός) όρος για την ανασύνθεση ενός ριζοσπαστικού, διεθνιστικού προτάγµατος είναι η θεωρητική και πρακτική κριτική του εθνικισµού/πατριωτισµού στις διάφορες εκφάνσεις του. Γι’ αυτό, στόχος µας είναι να δούµε, που και µε ποιο τρόπο, µία ιδεολογία της κυριαρχίας, όπως ο εθνικισµός, αναπαράγεται µέσα στο ανταγωνιστικό κίνηµα ως η κυρίαρχη ιδεολογία του και να αναδειχθεί ο εγκλωβισµός του µέσα σε αυτή. Ο αντιµπεριαλισµός αποτέλεσε ιστορικά το κύριο µέσο εγγραφής της εθνικής ιδεολογίας στο εσωτερικό του επαναστατικού κινήµατος. Εποµένως, όσο και αν θέλουµε δεν µπορούµε να δούµε µία κριτική στον εθνικισµό ανεξάρτητα και αποκοµµένα από µία κριτική στον αντιµπεριαλισµό. Ο αντιµπεριαλισµός είναι κρατική ιδεολογία. Κι αυτό γιατί εθνικοποιεί τον κοινωνικό ανταγωνισµό, αντικαθιστώντας τον µε ανταγωνισµούς µεταξύ “ισχυρότερων” και “ασθενέστερων” κρατών. Ανάγει σαν κύριο εχθρό τις ακραίες εκφάνσεις του καπιταλισµού και δεν τον πολεµά στην ολότητα του. Σε αυτήν την κριτική αφιερώνονται δύο από τα κείµενα του εντύπου: τα “Αντιµπεριαλισµός: Το Κατώτερο Στάδιο του Αντικαπιταλισµού” και “Αντιµπεριαλισµός Reloaded”

Το έθνος κράτος σηµαίνει ένα καθεστώς που µετατρέπει την εντοπιότητα ή τη γέννηση (αυτή της απλής ανθρώπινης ζωής) στο θεµέλιο της ίδιας του της κυριαρχίας. Αυτό είναι (όχι τόσο ιδιαίτερα συγκεχυµένο) το νόηµα των τριών πρώτων άρθρων της διακήρυξης της γαλλικής επανάστασης του 1789: µόνο επειδή ενέγραψε το στοιχείο την εντοπιότητας στον πυρήνα κάθε πολιτικής σχέσης (1,2) µπορούσε στέρεα να συνδέσει την αρχή της κυριαρχίας του έθνους. Αυτό που υπονοείται είναι ότι η γέννηση αυτόµατα γίνεται εθνική, έτσι ώστε να µην µπορεί να υπάρξει διάκριση µεταξύ των δύο στιγµών. Στο σύστηµα του έθνους κράτους ο πρόσφυγας, ο µετανάστης, αναπαριστά ένα ανησυχητικό στοιχείο, είναι πάνω από όλα γιατί διαλύει την ταυτότητα ανάµεσα στον άνθρωπο και τον πολίτη, ο πρόσφυγας βάζει σε κρίση την πλάνη της κυριαρχίας. Μοναδικές εξαιρέσεις σε αυτή την αρχή πάντοτε υπήρχαν, φυσικά; ο νεωτερισµός της εποχής µας, που απειλεί τα θεµέλια του έθνους κράτους, είναι ότι αυξανόµενα τµήµατα της ανθρωπότητας δεν µπορούν πια να αναπαρασταθούν από αυτό. Γι αυτό το λόγο από τη στιγµή που οι πρόσφυγες κλονίζουν την παλιά τριάδα του εδάφους/εθνους/κράτους – αυτή η φαινοµενικά περιθωριακή φιγούρα αξίξει σε µεγάλο βαθµό να την αντιληφθούµε ως την κεντρική φιγούρα της πολιτικής µας ιστορίας. Θα ήταν καλό να µην ξεχνάµε ότι τα πρώτα στρατόπεδα στην Ευρώπη χτίστηκαν ως χώροι ελέγχου προσφύγων, και αυτή η εξέλιξη – στρατόπεδα εγκλεισµού, στρατόπεδα συγκέντρωσης, στρατόπεδα εξολόθρευσης, αναπαριστά µια απόλυτα πραγµατική γενεαλογία. Ένας από τους κανόνες των ναζί, ευθυγραµµισµένος µε την κατεύθυνση της “τελικής λύσης” ήταν ότι οι εβραίοι και οι τσιγγάνοι µόνο έπειτα από την από την απόλυτη αποεθνικοποίηση τους στέλνονταν στα στρατόπεδα εξολόθρευσης. Ο πρόσφυγας πρέπει να θεαθεί ως αυτό που είναι, το οποίο είναι, τίποτα λιγότερο από µια έννοια συνόρου που ριζοσπαστικά καλεί σε αµφισβήτηση τις αρχές του έθνους – κράτους. Συνεπώς ο αγώνας αλληλεγγύης στους µετανάστες δεν µπορεί να διαπνέεται από το διαχρονικό δίπολο θυµατοποίησης και ταυτόχρονης αγιοποίησης του µετανάστη πρόσφυγα. Αυτό το δίπολο συντηρεί τον µετανάστη ως κάτι άλλο, δαιµονοποιηµένο η εξωτικό. Λίγη σηµασία έχει. Ο ηθικιστικός ανθρωπισµός δεν µπορεί να διακρίνει τις ρίζες του ρατσισµού, ως την πρωταρχική ενοποίηση γύρω από την ενότητα του έθνους κράτους. Αυτή η αδυναµία διαύγασης του ρόλου του έθνους κράτους παράγει τραγελαφικά παραδείγµατα σύγκλισης στο πολιτικό σύµπαν µεταξύ αριστεράς και ακροδεξιάς. Από τα αυτοκόλλητα της αντιρατσιστικής για την αποδοχή του µετανάστη ως πυλώνα του ασφαλιστικού συστήµατος µέχρι την άποψη του λάος για την ελεγχόµενη µετανάστευση. Η ρήξη µε το παράδειγµα του έθνους κράτους είναι αναπόσπαστο συστατικό της αλληλεγγύης στους µετανάστες και της συνάντησης µαζί τους µε ριζοσπαστικούς όρους.

  • Ο Τυφλοπόντικας που σκάβει επίμονα: No 2 Νο 1

Κάτω από τη γη τρέχουν τυφλοπόντικες. Σκάβουν σήραγγες για να επικοινωνήσουν
σκεπτικά & εμπειρίες αγώνα. Συναντιούνται υπόγεια και απεργάζονται την καταστροφή αυτού του κόσμου. Γιατί η ελπίδα που κυριαρχεί στην επιφάνεια είναι η ελπίδα των κυρίαρχων. Γιατί δεν ικανοποιούνται ούτε από το «τίποτα δεν έχει αλλάξει» ούτε από το «όλα άλλαξαν» αφού και τα δυο αφήνουν απέξω την ταξική πάλη.
Γιατί το θέμα δεν είναι να αρνηθούμε ότι συμβαίνουν αλλαγές, αλλά να τις κατανοήσουμε και να εντοπίσουμε τη δυναμική της αναδιάρθρωσης, ώστε να μπορέσουμε να χαρτογραφήσουμε το πεδίο στο οποίο βρισκόμαστε και να προσανατολιστούμε. Διαλέγοντας πλευρά μέσα στους αγώνες, με κάθε νίκη, ήττα κι αναδίπλωση του εχθρού γεννιέται η στρατηγική σκέψη και μέσα από τη διαδικασία της αυτοκριτικής και της διαύγασης των διαφόρων πτυχών γεννιέται η θεωρία. Τόσο απλά και με τόσο ξεκάθαρη θέση.

κομμουνισμός, κοινά, ρωγμές, κομμουνιστικοποίηση, κριτική, περάσματα, κρίση

υφαίνοντας αγώνες ενάντια σε πατριαρχία, κεφάλαιο, εθνικισμό

Για αυτούς που δυσκολεύονται να βρουν τους εαυτούς τους στις κυρίαρχες αφηγήσεις, το C παραπέμπει και σε άλλες έννοιες. Από αυτές που δεν συναντάμε συχνά στον δημόσιο διάλογο, σπάνια απασχολούν τις εκπομπές συγκλονιστικών αποκαλύψεων και σίγουρα δεν περιλαμβάνονται στις εμπιστευτικές δηλώσεις υψηλόβαθμου στελέχους του πολιτικού κύκλου. Επιδιώκοντας να ξεδιαλύνουμε τον γρίφο, πήραμε μερικές ξεχασμένες βελόνες-σαΐτες από το παλιό υφαντουργείο της Υφανέτ και ξεκινήσαμε τις σταυροβελονιές. Υφαίνοντας το «crochet», συναντήσαμε τις έννοιες κομμουνισμός (communism), κοινά (commons), ρωγμές (cracks), κομμουνιστικοποίηση (communization), κρίση (crisis), κριτική (critique) στη σχέση κεφάλαιο, στον εθνικό κορμό, στις έμφυλες σχέσεις και στην κυρίαρχη σεξουαλικότητα, περάσματα (crossings) και διάνοιξη διαδρομών που αμφισβητούν τα σύνορα των δομημένων έμφυλων, φυλετικών και πολιτικών κοινωνικών ορισμών. Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί επιλέγουμε να ανασύρουμε και να καταπιαστούμε με λέξεις και έννοιες που για κάποιους παραπέμπουν σε ιερές αγελάδες του παρελθόντος, ενώ για άλλους αποτελούν το έναυσμα ενός μακροσκελούς αφορισμού. Με ποιον τρόπο και γιατί, τέλος πάντων, σχετιζόμαστε με όλα αυτά τα C στην παρούσα στιγμή; Σχετιζόμαστε μέσω των κοινωνικών αγώνων με τους οποίους καταπιαστήκαμε. Ακόμα πιο σημαντικό για εμάς είναι ότι άρχισε να φαίνεται πως οι κοινωνικοί αγώνες του τελευταίου κύκλου (2008 – 2012), στους οποίους βρεθήκαμε με διάφορους τρόπους, άγγιξαν τα όριά τους και εμείς τα δικά μας. Θεωρητικά όρια, όρια κοινωνικών σχέσεων και, φυσικά, υλικά όρια. Η καπιταλιστική επίθεση μας σάρωσε και συνεχίζει να μας σαρώνει σχεδόν ανεμπόδιστα. Η ανάδυση του φασισμού έρχεται να ολοκληρώσει το πλάνο της αντιεξέγερσης και της επαναπειθάρχησης στον εθνικό κορμό, ενώ ταυτόχρονα το αίτημα για δημοκρατική νομιμότητα γεννάει την ανάγκη για ένα νέο σφιχταγκάλιασμα με το κράτος. Η αριστερά μπορεί να προσφέρει πιθανώς το δεύτερο και αυτό καταλήγει να μετατρέπεται στο τέλος του δρόμου από τη μεριά της σε μορφή αγώνα. Η δημοκρατία μπορεί να διασφαλιστεί με προσφυγή στις κάλπες… Δεν είναι καινούρια η συνταγή. Οι ρόλοι των διάφορων κρατικών συνιστωσών μπροστά στην αναγκαία αναδιάρθρωση είναι ιστορικά προδιαγεγραμμένοι. Η δική μας θέση αυτήν τη στιγμή μοιάζει αβέβαιη.

  • Touba Libre: έντυπο για την αυτοοργάνωση, την αλληλεγγύη και την αντίσταση στην Τούμπα και σε όλες τις γειτονιές

Νο1- Νο3-

  • Σκέψεις για μια κοινωνική επιδημία και την διαχείρισή της από το κράτος

Οι μέρες κι οι νύχτες μας φαντάζουν τόσο μεγάλες, αλλά ταυτόχρονα, ο χρόνος τρέχει ιλιγγιωδώς. Καθημερινά βρίσκουμε δεκάδες νέες ανακοινώσεις, αναλύσεις, μεταφράσεις. Διαβάζουμε –όσες προλαβαίνουμε– και σκεφτόμαστε, προσπαθώντας να βγάλουμε και εμείς μια άκρη με το τι σκατά συμβαίνει. Γιατί λοιπόν άλλο ένα κείμενο; Τι νόημα βρίσκουμε στο να βγάλουμε ένα κείμενο σ’ αυτήν τη συνθήκη έντονης κοινωνικής απομόνωσης και φυσικής απόστασης, που θα δυσκολευτούμε να μοιράσουμε διευρυμένα σε ζωντανό χρόνο (προς το παρόν τουλάχιστον); Στην πραγματικότητα, αυτό το κείμενο αποτέλεσε την αφορμή να βρεθούμε και να συζητήσουμε λίγο αφηρημένα και λίγο πιο συγκεκριμένα πάνω σε όλα αυτά που ζούμε τον τελευταίο καιρό. Αυτή η συζήτηση θεωρήσαμε χρήσιμο να αποτυπωθεί ούτως ώστε να χαράξει νέες διόδους επικοινωνίας με όλες αυτές που σκέφτονται πάνω σ’ αυτά που συμβαίνουν και που δεν τους φτάνει το «μένουμε σπίτι», αλλά ψάχνουν τις δυνατότητες ύπαρξης εντός του, την υπέρβασή του και την «επιστροφή» στον δημόσιο χώρο. Έτσι κι αλλιώς, οι καιροί επιτάσσουν επαναπροσδιορισμό τρόπων ύπαρξης, μεθόδων, λόγων και πρακτικών.

Η εξαίρεση ως κανόνας
Αναμφίβολα διανύουμε πρωτόγνωρες εποχές. Παγκόσμια διάδοση ιού, χιλιάδες κρούσματα και θάνατοι, απαγόρευση κυκλοφορίας, έγκριση για κάθε μας μετακίνηση, έλεγχοι των μπάτσων παντού, lockdown και σταμάτημα μεγάλου κομματιού της παραγωγής είναι κάτι που, οι περισσότερες από εμάς, δεν έχουμε ξαναζήσει. Οφείλουμε όμως να παραδεχτούμε πως η κρατική ρητορική περί καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης, αντιθέτως, κάθε άλλο παρά πρωτόγνωρη μας είναι. Φαίνεται να είναι σταθερό συστατικό στοιχείο του τρόπου διακυβέρνησης εδώ και αρκετά χρόνια. Η κρατική ρητορική επιμένει, πως ό,τι συμβαίνει σήμερα, αποτελεί μια εξαίρεση, από την οποία θα εξέλθουμε σε ένα τάχα κοντινό μέλλον για να επιστρέψουμε σε μια υποτιθέμενη «μαγική» κανονικότητα. Καθώς όμως το καθεστώς αυτό απλώνεται στον χρόνο, τα όρια που το διακρίνουν από την κανονικότητα που το γεννά, αρχίζουν και θολώνουν. Προφανώς και η ίδια η κανονικότητα είναι μια συνθήκη που δεν υπήρξε ποτέ μαγική για εμάς.

Είναι λοιπόν, μέσα από αυτό το πρίσμα που πρέπει να εξετάσουμε και την παρούσα συνθήκη που διαμορφώνεται, με την Covid-19, να αποτελεί σύμφωνα με τα κρατικά χείλη, άλλη μια ασύμμετρη απειλή σήμερα. Μέσα από το πρίσμα, που δεν βλέπει, τη συγκυρία ως μια εξαίρεση, ένα δυσάρεστο διάλειμμα, αλλά ως κομμάτι μιας αναδιάρθρωσης που ήρθε για να μεταλλάξει μόνιμα τις κοινωνικές σχέσεις. Δεν αρνούμαστε πως η επιδημία και η διαχείρισή της όντως θα αποτελέσει μια τομή στις κρατικές πολιτικές, αλλά και στις ζωές μας. Αυτό που θέλουμε να τονίσουμε είναι όμως πως, ασχέτως αν η κρατική κίνηση μεταπηδά με αυξημένη ταχύτητα από τον έναν τρόπο διαχείρισης στον άλλο, η σχέση κεφάλαιο και η αναδιάρθρωσή της έχουν μια ιστορική συνέχεια. Ο χρόνος πίσω δεν γυρίζει. Δηλαδή, τα μέτρα και οι απαγορεύσεις που επιβάλλονται σήμερα, μπορεί ως ένα βαθμό να αρθούν σε βάθος χρόνου, οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί όμως που θα έχουν επιτελέσει ήρθαν για να μείνουν. Το «τίποτα δεν θα είναι όπως πριν» που δεν διστάζει κανείς να παραδεχθεί, σημαίνει «όλα θα είναι τα ίδια, αλλά χειρότερα».

Εξίσου σημαντικό είναι να μην ξεχνάμε σε τι συνθήκη βρισκόμασταν όταν ξεκίνησαν τα πρώτα κρούσματα κορονοϊού στην Ελλάδα. Για ασύμμετρη απειλή, για αποσταθεροποίηση της χώρας, για εισβολή και άλλα τέτοια ωραία ακούγαμε και μέχρι τότε. Μόνη απειλή τότε ήταν οι μετανάστ(ρι)ες. Άλλη μια συνθήκη εξαίρεσης, άλλη μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, που το κράτος καλούσε τους πολίτες να συστρατευθούν ενάντια στον κοινό εχθρό. Στρατός, αστυνομία και έλληνες πατριώτες αναλάμβαναν τη φύλαξη των συνόρων, πυροβολώντας, ψεκάζοντας, ξεγυμνώνοντας και κακοποιώντας τους μετανάστες. Ταυτόχρονα στα νησιά οι πατριώτες αλώνιζαν με πογκρόμ εναντίον μεταναστών, αλληλέγγυων και μελών ΜΚΟ που εργάζονταν στα καμπ. Ο λαός χειροκροτούσε τις «ηρωικές προσπάθειες» των σωμάτων ασφαλείας στον Έβρο και έστελνε τρόφιμα, μάσκες και τάϊερ απ, στης «Ελλάδος τα παιδιά».

Οι μετανάστες βρίσκονται ούτως ή άλλως σε καθεστώς εξαίρεσης, και αυτό όχι μόνο δεν αλλάζει, αλλά έρχεται να επιβεβαιωθεί με τους πιο δολοφονικούς όρους και στο σήμερα. Γιατί, τι άλλο είναι ο εγκλεισμός τους στα κέντρα κράτησης, το στοίβαγμά τους κατά χιλιάδες σε σκηνές και κοντέινερ μέσα στις λάσπες, ο ένας πάνω στον άλλον, χωρίς καμία πρόσβαση σε γιατρό ή νοσοκομείο, εν μέσω πανδημίας, αν όχι το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου; Ενώ υπάρχει επίσης η σκέψη, στη Μυτιλήνη και αλλού, να καλυφθούν από μετανάστες, οι θέσεις στον αγροτικό τομέα που έμειναν κενές λόγω του κλεισίματος των ελληνοαλβανικών συνόρων. Γίνεται ξεκάθαρο, πως ο λόγος και τα μέτρα περί προστασίας της δημόσιας υγείας αφορούν κομμάτι του ελληνικού εθνικού σχηματισμού (προφανώς με αστερίσκους και εξαιρέσεις). Οι υπόλοιποι είτε θα φυλακιστούν, είτε θα αποτελέσουν το εξευτελιστικά φθηνό (αν όχι δωρεάν) εργατικό δυναμικό που θα συμβάλει στην ανάκαμψη της οικονομίας, είτε θα αφεθούν να πεθάνουν σε άθλιες συνθήκες. Και όσο σίγουρο είναι το τι πρόκειται να συμβεί στα κέντρα κράτησης, τώρα που η επιδημία έχει φτάσει εκεί (αποκλεισμός των καμπ Ριτσώνας και Μαλακάσας μετά από επιβεβαιωμένα κρούσματα), άλλο τόσο είναι και πως το ελληνικό κράτος που δημιούργησε αυτήν τη συνθήκη, θα έρθει να την εργαλειοποιήσει για να (ξανα)κατασκευάσει τους μετανάστες ως υγειονομική βόμβα και κοινωνική απειλή.

Ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής ως ιογενής συνθήκη
Με παρόμοια λογική, επιλέγουμε να μην βλέπουμε ούτε τον ίδιο τον ιό ως κάτι ανιστορικό, ως μια τυχαία φυσική καταστροφή. Η ύπαρξη, μετάδοση και επικινδυνότητα διάφορων ιών που αναδύονται ανά κάποια χρόνια, δεν αποτελούν εξωτερικότητες σε σχέση με τον τρόπο που ζούμε και παράγουμε/αναπαραγόμαστε. Αντιθέτως, υπάρχουν στον πυρήνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Η ανάδυση ιών και η αντιμετώπισή τους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανθρώπινη παρέμβαση στη φύση, την καταστροφή της, τη συσσώρευση πόρων και ανθρώπων σε φυσικά περιβάλλοντα που ήδη έχουν αλλοιωθεί. Οι υπερεντατικές συνθήκες παραγωγής που επικρατούν στον καπιταλιστικό γεωργοκτηνοτροφικό τομέα ευνοούν δραματικά τη δημιουργία και την εξάπλωση ιών με χαρακτηριστικά σαν την Covid-19 –συμπεριλαμβανόμενων και των δυνατοτήτων μετάβασης στον άνθρωπο και της ραγδαίας εξάπλωσης[1]. Δεν έχουμε αυταπάτες ότι ο κυρίαρχος επιστημονικός και κρατικός λόγος, που παράγεται σε σχέση με τις επιδημίες, αποτελεί περιγραφή μιας ουδετερότητας, μιας αντικειμενικής πραγματικότητας. Εδώ, είναι σημαντική μια παραδοχή: «δεν υπάρχει πολιτική ουδετερότητα της παραγόμενης γνώσης. Αντίθετα, αυτό που υπάρχει είναι πολιτικές στρατηγικές προώθησης και επιλογής ή περιθωριοποίησης και αποκλεισμού»[2]. Γι’ αυτό δεν πέφτουμε από τα σύννεφα. Προφανώς και κρύβονται πολιτικά διακυβεύματα γύρω από την μυστικοποίηση της ευθύνης (ανα)παραγωγής ιών και της μετάδοσής τους. Αφενός, υπάρχει η προσπάθεια κοινωνικής νομιμοποίησης του κράτους και η δημιουργία ενός κλίματος εθνικής ομοψυχίας απέναντι σε αυτήν την «ασύμμετρη απειλή» και αφετέρου η φυσικοποίηση των καπιταλιστικών σχέσεων και η αναπαραγωγή τους εν μέσω παγώματος μεγάλου μέρους της παραγωγής και οικονομικής κατάρρευσης.

Το κράτος ως εγγυητής
Αυτό που φαίνεται να τίθεται ως βασική προτεραιότητα αυτήν τη στιγμή, είναι η ενίσχυση της εικόνας του κράτους ως μοναδικού εγγυητή για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια. Τα περισσότερα κράτη επέλεξαν να παγώσουν ένα μεγάλο κομμάτι της παραγωγής, κλείνοντας πολλές επιχειρήσεις και περιορίζοντας την κυκλοφορία. Είναι δεδομένο ότι αυτή τους η επιλογή θα επιταχύνει ακόμα περισσότερο την κρίση που ήδη βρισκόταν σε εξέλιξη. Ο προσανατολισμός αυτός μπορεί να μοιάζει καταστροφικός για την οικονομία, αλλά η στρατηγική τους ελπίζει σε αποτελέσματα σε βάθος χρόνου. Μια ανεξέλεγκτη εξάπλωση του ιού και ένας μεγάλος αριθμός νεκρών (όπως στην Ιταλία) θα επέφερε μια άμεση απονομιμοποίηση του κράτους, στα μάτια του κόσμου, ως εγγυητή και ρυθμιστή της κοινωνικής ζωής και η πολιτική αποσταθεροποίηση θα ήταν τεράστια. Καμία κυβέρνηση δεν θα ήθελε να χρεωθεί μια εκατόμβη νεκρών και όπου αυτό συμβεί θα έχει άμεσο αντίκτυπο στις κάλπες. Ο κίνδυνος αυτός δεν απειλεί μόνο το πολιτικό προσωπικό (που στην τελική μπορεί να αλλάξει), αλλά και τη βαθύτερη λειτουργία του κράτους (ως θεσμού) συνολικά: θα εμφανιστεί ως μηχανισμός ανίκανος να προστατέψει και να αναπαράγει τη ζωή των πολιτών του.

Ο στόχος λοιπόν, είναι να παρουσιαστεί το κράτος ως μια καλοκάγαθη πατρική φιγούρα που ξέρει καλύτερα από μας, δρα προς όφελός μας και πρέπει να το ακούμε. Όσα κράτη καταφέρουν να περιορίσουν τη θανατοαριθμητική, θα έρθουν μετά να πανηγυρίσουν τις επιλογές τους, σε σύγκριση πάντα με αυτούς που θα έχουν πληγεί περισσότερο. Όλα τα παραπάνω δεν συμβαίνουν, φυσικά, απλά για λόγους πρεστίζ, πόσο μάλλον εν μέσω κρίσης. Όσο πιο ισχυρό βγει το κράτος μέσα από αυτήν τη διαδικασία, όση περισσότερη συναίνεση καταφέρει να αποσπάσει, σε τόσο πιο πλεονεκτική θέση θα βρεθεί προκειμένου να επιβάλει τη μετακύλιση της κρίσης στις πλάτες μας. Μόνο που τότε, τα ιδεολογήματα που θα επιστρατεύσει δεν θα πρέπει να επινοηθούν από το μηδέν. Θα έχουν ήδη δοκιμαστεί στο κοινωνικό πεδίο, θα έχουν ήδη αναδυθεί στην επιφάνεια της κοινωνικής ζωής ως αυτονόητα: η κρίση ως φυσικό φαινόμενο και καταστροφή, η ατομική ευθύνη ως προσωπική θυσία στο όνομα του γενικού συμφέροντος, τα μιαρά (ξένα) σώματα ως κίνδυνος μόλυνσης για τα υγιή (ντόπια), η ρουφιανιά και ο στιγματισμός όσων δεν πειθαρχούν ως καθήκον.

pandimia kratiki diaxeirisi

Comments are closed.